Μ΄ αρέσει η πολιτική, μου αρέσει που μυρίζει,
κι εκειό το λογοανάγλυφο, στη γλώσσα που γυρίζει.
Εκειό που σέρνει μέσα μου, και με ανατριχιάζει,
το ίδιο κι απαράλλαχτο, σκοπό που δεν αλλάζει.
Και που μ΄ αφήνει άφωνο, που σύγχυση μου δίνει,
που σαν μου πάρει τη μιλιά, μου λέει, πες και θα γίνει.
Λόγια και προικοσύμφωνα, συμβόλαια του αέρα,
θα αλλάξουμε… θα φτιάξουμε, κοιμήσου και καρτέρα.
Αφήσου να σε πιένουνε, ας είναι και στα ίδια,
στα γυάλινα, στα ξάστερα, στα ονειροταξίδια.
Είναι μεγάλη μου χαρά, να με ποδοκυλάνε,
για να μην έβγω νικητής, πίσω να με τραβάνε.
Είμαι ένα ζώον, ξόανο, που όλο την παθαίνω,
ματώνω, χαρακώνουμαι, συγνώμη… δεν μαθαίνω.
Ειν΄ ένα θέατρο σκιών, παράσταση με θέμα,
που κύριος ρόλος στη σκηνή, είναι το μαύρο ψέμα.
Σκιές είναι τα πρόσωπα, την έκφραση ποιος ξέρει;
φιγούρες κάνουν σχέδια, με το μακρίο χέρι.
Το έργο έχει υπόθεση, δείχνει… με τα καλά του,
νομίζω ήρθε η ώρα του, να βάλει τ΄ αρβυλά του.
Κι εκεί δεν έχει μα, και μου, ούτε και περί λάθους,
θα πάμε με κατεύθυνση, του ύψους ή του βάθους.
Μου αρέσει η πολιτική, μα κείνονε τον Άγιο,
κάθε που με εμπιστεύουνται, γιομίζω με κουράγιο.
Μου αρέσει και αισθάνομαι, ωφέλιμος πολίτης,
που δεν τσου είμαι άχρηστος, αδιάφορος και αλήτης.
Ανάσα πήρα, ανάσανα, και υπερβολές δεν κάνω,
πολιτικοί με στήσανε, μ΄ έχουνε μες το πλάνο.