Σκέψεις πολλές… και διάφορα, περνάνε απ’ το μυαλό μου,
συνήθως για τον τόπο μου, μα… και για το καλό μου.
Νιώθω πασάς… και αισθάνομαι… και τυχερός μεγάλος,
ευλογημένος κάτοικος… όσο κανένας άλλος.
Ο τόπος μου είναι η Ζάκυνθος, το λέω με καμάρι,
που βγάζει απ’ τα σπλάχνα τσης, ανθούς μα και γρυπάρι.
Ειν΄ όμορφη από μόνη τσης, κι η φύση τση προσφέρει,
και δεν χρειάζεται πολλά, για να τα καταφέρει.
Έχει υπολείμματα απ’ το χθες, χωμένα μες τα βάτα,
που δεν τα αναζήτησε, καμία τσης γραβάτα.
Κρυμμένη η ιστορία μας, σε χόρτα και αβατιόνες,
μα ευτυχώς που σήμερα, δεν έχουν τ΄ άλλα σκόνες.
Προσέχουμε και χτίζουμε, για να υπάρξει μέλλον,
μα μας διαφεύγει σκέφτομαι, η αξία των καπέλων.
Μας είναι απαραίτητα… το βράδυ… και τη μέρα,
γιατί ψυχρόνει η κεφαλή, σε κρύο και σε αέρα.
Και πως να δεις τυρόγαλο, ποια πρώτα προηγούνται;
όπως ο Αλέκος θα΄ λεγε… ξεχνάνε… και θυμούνται.
Τι να αναφέρω θα μου πει… Ναυάγια και μαρίνες;
προβλήτες και μπαλώματα, και σάπιες λαμαρίνες.
Ο Αλέκος είναι ο σκύλος μου, που έχω… μια λατρεία,
και ξέρει πως βρισκόμαστε, στο 2… 23.
Μου κάνει γαβ για αντίδραση, και γαει όταν πεινάσει,
στα μάτια του και η χαρά, για εδώ που ‘χουμε φτάσει.
Μα αλλάζει λίγο η όψη του, όταν τον πω και βλάκα,
πάντα μουτρώνει ακούγοντας, εφτούνη την ατάκα.
Γιατί… είναι πανέξυπνος… και φαίνεται απ΄ τη ράτσα,
μόνο που ξελιγώνεται… σκορπάει με μπουγάτσα.
Του αρέσουν τα γλυκίσματα, μελώνει δεν γκρινιάζει,
μ΄ ένα γλυκό στο πρόβλημα, πατσίζει, δεν τον νοιάζει.
Πολλών χρόνων προβλήματα, στοιβάζονται στην άκρη,
κι εμείς στην αφασία μας, χωρίς να βγαίνει δάκρυ.
Υπάρχει θέμα στο νησί, κι είναι φτωχή η χαρά του…
εγώ το λέω στο σκύλο μου, κι ο σκύλος στην ουρά του!!!