Μετά τα πλημμυρίσματα, μας έπιασε το κρύο,
κι εγώ τσι μέρες διάλεξα, να πάω σε κουρείο.
Πήγα γραμμή να κουρευτώ… μου βγήκε το μουρλό μου,
πρέπει να γίνει η εκτέλεση, αν κάτσει στο μυαλό μου.
Τώρα κρυώνει ο σβέρκος μου… τι έπαθα ο βλάκας,
και είμαι ένας σωστότατος θα πω… πέρα τσι πλάκας.
Απ’ τσου πολλούς στη Ζάκυνθο, καλούς και μυαλωμένους,
και… μέσα σε παρένθεση… από τσου βολεμένους.
Κι εγώ με τα φαινόμενα… αντί να διορθώνω,
έκαμα σβέρκο, κούρεμα, και τώρα το πληρώνω.
Γυμνός νιώθω στο σύννεφο, και στην κακοκαιρία,
και γίνομαι το θύμα τσους, που βγαίνουν τα θηρία.
Ζάκυνθος πόσο μοιάζουμε, στα κιάσα και τσι αγάπες,
στου σβέρκου μας το γδύσιμο, να τρώμε όλο φάπες.
Και εσύ στην βία των καιρών, βρίσκεσαι εκτεθειμένη,
σαν τώρα που απάνου μας, το κρύο επιμένει.
Για να βγει απ’ την ευθύνη του, μου το ‘πε ο κουρέας,
αν σε κουρέψω με ψιλή, εκτίθεται το κρέας.
Το κάθε κρέας… σαν και σε, θα πω στην προκειμένη,
αυτό το ίδιο θεωρώ… θα πούνε και οι πνιγμένοι.
Εε ρε τι ομοιότητες όλων… με το θυμό μου,
στο κρύο ανυπεράσπιστοι, σαν τον γδυτό λαιμό μου.
Γαμώτο το φελέκι του, καιρός είναι ετούτος;
κάποιοι τον λεν καταστροφή, κι άλλοι πως είναι πλούτος.
Αφήνει τα σημάδια του απάνου μας, και φεύγει,
και τα πολλά παράπονα, να ακούσει αποφεύγει.
Γιατί δεν φταίει λέει αυτός, ούτε οι βροχές που κάνει,
τα λάθη, τα παράνομα, και το μυαλό μας… φτάνει.
Κι εγώ λάθος κουρεύτηκα, με μέρα τραμουντάνα,
για να με δει ως έπρεπε, η Ρόζα η νταρτνάνα.
Να δει το σβέρκο καθαρό… που πράματα σχεδιάζω,
μα κάνει κρύο τσουχτερό, και τώρα ανατριχιάζω.
Αλίμονο στην τύχη μου, δεν άφηνα τη χαίτη…
αυτή που είχα λίγο πριν, και άρεσε στην Καίτη!!!