Η εμπειρία της “Χρυσής Αυγής’ είναι ακόμη νωπή και δεν χρειάζεται να την ξαναζήσουμε. Βεβαίως μια τέτοια νομοθετική πρωτοβουλία, δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε πρέπει να αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης και πιθανότητες παραβιάσεων του Συντάγματος. Θα ήταν δε επιθυμητό να ψηφιστεί από το μεγαλύτερο μέρος των κομμάτων που εκπροσωπούνται αυτή τη στιγμή στο Κοινοβούλιο, ει δυνατών από όλα. Η κυβέρνηση εκπόνησε μια νομοθετική πρόταση πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, και απηύθυνε προσκλητήριο συναίνεσης στα άλλα κόμματα. Η αναζήτηση συνεννόησης είχε το καθαρό μήνυμα, ότι η πλειοψηφία σε αυτήν την προσπάθεια, προσέρχεται με ανοιχτό πνεύμα διαλόγου. Στον αντίποδα ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία δεν συμφωνούσε και επέμενε σε μια δική του αυτόνομη ρύθμιση. Συγχρόνως και το ΚΚΕ είχε τις ενστάσεις του, ώστε να μην μπει μέσω της όποιας ρύθμισης, η γνωστή λογική των “δύο άκρων” ,κάτι που και η κυβέρνηση δεν επιθυμούσε.
Με τη δημοσιοποίησή της πρότασης της αξιωματικής αντιπολίτευσης έπεσαν για ακόμη μια φορά δυστυχώς οι μάσκες. Φάνηκε ότι ο στόχος ήταν, μήπως και ωφεληθεί, λίγο, το κυβερνών κόμμα σε ψήφους και όχι η αντιμετώπιση επί της ουσίας του προβλήματος. Με πρόσχημα τις δήθεν ανησυχίες για την αντισυνταγματικότητα της διάταξης που επεξεργάστηκε το κυβερνητικό επιτελείο και με διάφορες άλλες απλούστευσης, το μόνο που επιδιώκεται είναι να μην υπάρχει ευρεία συναίνεση στην ψήφιση του νόμου αυτού. Η επίκληση των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα και οι παραπομπές στις διατυπώσεις του αντιρατσιστικού νόμου, μόνο την άμβλυνση των αντιδράσεων εξυπηρετούν. Έρχεται βέβαια και σε ευθεία αντίθεση, όλο αυτό, με τις ενστάσεις του ΚΚΕ, για το οποίο κατά τα άλλα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, επεφύλασσε ρόλο “σιωπηρού συμμάχου” στην προοδευτική διακυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση όλη αυτή η αντιθεσμική συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ, έρχεται να προστεθεί στον μακρύ κατάλογο των περίεργων κατά καιρούς, κυρίως κατά το παρελθόν, επιλογών της Κουμουνδούρου έναντι της Χρυσής Αυγής. Είναι άλλωστε νωπές οι μνήμες με τις κοινές παρουσίες κατά τα μνημονιακά χρόνια στις πάνω – κάτω πλατείες των αγανακτισμένων και φυσικά την ανατροπή της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, που μεθοδεύτηκε μετά τη δολοφονία Φύσσα και τις διώξεις κατά της ηγεσίας των μελών της Χρυσής Αυγής.
Η αγωνία του ΣΥΡΙΖΑ για τη μεταβολή των κοινοβουλευτικών συσχετισμών εκφράστηκε με τις δημόσιες καταγγελίες το 2014 περί κυβερνητικών μεθοδεύσεων να κηρυχθεί παράνομο το ναζιστικό κόμμα. Τις ανησυχίες που εξέφραζε ο τότε γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Βούτσης, συμμερίστηκαν οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής, η κοινοβουλευτική ομάδας της οποίας εναντιώθηκε στην υποψηφιότητα του Σταύρου Δήμα. Δεν λησμονείται επίσης η αναζήτηση συνεννόησης με τη Χρυσή Αυγή για την καθιέρωση της απλής αναλογικής, η οποία είχε εκφραστεί από τον τότε Πρόεδρο της Βουλής, Νίκο Βούτση, με την φράση “ότι δεν υπάρχουν ψήφοι που δεν είναι ευπρόσδεκτες”.
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση εντός της εβδομάδας να αναμένεται να εισάγει προς ψήφιση από τη Βουλή τη ρύθμιση που έχει ετοιμάσει. Ας ελπίσουμε ότι στη Βουλή θα επιτευχθεί εκείνη η ευρεία συνεννόηση που μέχρι τώρα δεν έχει δυστυχώς διαφανεί, παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης. Είναι ένα κυρίαρχο θέμα δημοκρατίας αυτό, που δεν αντέχει να μπει στις όποιες μικροκομματικές σκοπιμότητες.