Ομολόγησε λοιπόν με πάσα ειλικρίνεια . “Θέλω να σας πω ότι αν οι εκλογές γίνονταν πριν από το καλοκαίρι, ο ΣΥΡΙΖΑ θα δυσκολευόταν να βγει πρώτος. Η απόφαση του κ. Μητσοτάκη, η ανάγκη μάλλον, γιατί αναγκάστηκε από τις εξελίξεις, να πάει στο τέλος της τετραετίας διαμορφώνει ένα νέο πλαίσιο…», αυτή ήταν η παραδοχή του κ. Τσίπρα πριν από κάποιες ημέρες. Και αυτό επί της ουσίας ξεσκεπάζει την πραγματική στόχευση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο πήχης είναι καθαρά τοποθετημένος στη γραμμή των εντυπώσεων με μοναδικό στόχο, να σταλεί ένα σήμα συνεργασίας προς το ΠΑΣΟΚ και τον κ. Βαρουφάκη με πιθανότερο την ανάγκη και του ΚΚΕ έστω και ως ανοχή. Στόχευση όμως στην οποία για την ώρα δεν υπάρχει ανταπόκριση .Οι δημόσιες τοποθετήσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ “φωτίζουν” επίσης αυτούς τους τακτικισμούς και συμπληρώνουν την στρατηγική της Κουμουνδούρου για την λεγόμενη “προοδευτική διακυβέρνηση”.
Ο σχολιασμός του κ. Δημήτρη Βίτσα, που συγκαταλέγεται στις μετριοπαθείς φωνές του ΣΥΡΙΖΑ, για τα ευρήματα της δημοσκόπησης της Alco, που δίνουν σαφές προβάδισμα μάλιστα, με μικρή διεύρυνση, στη Νέα Δημοκρατία συγκαταλέγεται σε αυτές. Λέει λοιπόν ο κ. Βίτσας: “Αν ήταν έτσι ακριβώς τα πράγματα, άρα αμφισβητεί τις μετρήσεις, γιατί να μην κάνει ο κ. Μητσοτάκης τώρα αμέσως εκλογές; Αλλά και έτσι να είναι να σας πω την αλήθεια, κάντε την πρόσθεση… Η δική μας πρόταση είναι ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, ΜέΡΑ25 και ανοχή του ΚΚΕ, θα δείτε ότι ξεπερνάμε το 40%». Ο κ. Βίτσας όμως στην επισήμανση ότι δεν υφίσταται ως δεδομένο αυτό το άθροισμα πολιτικών δυνάμεων, δεν το αρνήθηκε μίλησε όμως για μια δυναμική την οποία δείχνει αυτό το άθροισμα. Με άλλα λόγια, όχι μόνον ο κ. Τσίπρας αλλά και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν τρέφουν αυταπάτες πρωτιάς, να κόψουν την αυτοδυναμία επιδιώκουν και να βάλλουν τα υπόλοιπα κόμματα στη μέγγενη των συνεργασιών και των δύσκολων επιλογών επιδιώκουν.
Δικαίωμα του ΣΥΡΙΖΑ φυσικά είναι αυτό και τελικά θα μετρήσει η επιλογή των πολιτών που θα προσέλθουν στην κάλπη. Όμως το να λέμε συνεχώς για πρωτιές και να αμφισβητούμε τις δημοσκοπήσεις, που μας φταίνε, δεν νομίζω ότι προσδίδει αξιοπιστία και υπευθυνότητα. Απλά από τη μια κρατάμε ζεστό το στενό κομματικό ακροατήριο και από την άλλη προσφέρουμε αστάθεια στο πολιτικό σύστημα, κάτι που γίνεται επικίνδυνο σε τέτοιους καιρούς. Η χώρα χρειάζεται σταθερότητα και όχι μικροκομματικά παιχνίδια. Αυτό ως διαπίστωση και ο καθένας κρίνει και κρίνεται.