Υπάρχει ένα μοναδικό μυστικό, ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας που διακρίνει όλα τα νησιά της Ελλάδας από το Βόρειο Αιγαίο μέχρι και το Καστελόριζο, αλλά και από την Κέρκυρα μέχρι τη Ζάκυνθο. Καταντά κλισέ, είναι όμως πραγματικότητα, ότι αξίζει κανείς να αφιερώσει σημαντικό μέρος της ζωής του για να ανακαλύψει εμπειρίες, που αλλάζουν τη νοοτροπία ενός ανθρώπου.
«Δεν έχω ανάγκη πλέον να κρυφθώ./Είμαι στην Άνδρο», γράφει ο Ανδρέας Εμπειρίκος στο λεύκωμα η Άνδρος του Ανδρέα Εμπειρίκου, που πλαισίωσε πριν πολλά χρόνια την ομώνυμη φωτογραφική του έκθεση. Η Άνδρος δεν είναι «διαφημισμένη» και ξακουστή, όπως οι υπόλοιπες Κυκλάδες. Μοιάζει σαν να δέχεται τους επισκέπτες, τόσο όσο να μη χαλάσουν την ηρεμία των μόνιμων κατοίκων. Τόσο όσο να μην αλλοτριώσουν τον αριστοκρατικό χαρακτήρα οι παράταιρες νότες οχλαγωγίας. Οι όμορφες φυσικές πηγές με τους καταρράκτες, οι καταπράσινες πλαγιές και οι εντυπωσιακοί βραχώδεις σχηματισμοί στις παραλίες της δύσκολα θα άφηναν ασυγκίνητο οποιονδήποτε θεατή, είτε είναι κάποιος φυσιοδίφης είτε όχι.
Για κάποιον που δε γνωρίζει καλά το νησί και τον «χαρακτήρα» του, είναι απορίας άξιο, πώς με τόσα όμορφα φυσικά τοπία δεν την επισκέπτονται τόσοι πολλοί ταξιδιώτες, όπως τις υπόλοιπες Κυκλάδες. Από την άλλη πιθανόν αυτό το δυσπρόσιτο να κεντρίζει το ενδιαφέρον του επισκέπτη να πάρει το δρομολόγιο ραφήνα άνδρος και να έρθει στο νησί των Εμπειρίκων. Το νησί, που αν και υπήρξε πατρίδα της σπουδαίας ναυτικής και πολιτικής οικογένειας, αυτό ήταν διεθνώς γνωστό ως η Άνδρος του Ανδρέα Εμπειρίκου, του μεγάλου Έλληνα ποιητή μας.
Σε πιο κοσμικούς ρυθμούς κινείται η Πάρος, που τείνει να καταστεί η επόμενη Μύκονος. Ήδη από πλευράς lifestyle προσιδιάζει στο κοσμοπολίτικο νησί, ενώ για τις νεαρότερες ηλικίες τουλάχιστον ήταν δημοφιλής επιλογή τουλάχιστον τα τελευταία 30 χρόνια. Αυτό που τώρα αλλάζει, είναι ο κόσμος που προτιμά να την επισκεφθεί. Αποτελεί πιο προσεγγίσιμη οικονομικά επιλογή σε σύγκριση με την Μύκονο αφενός, αφετέρου λόγω του ότι ακόμη δε γίνεται η συρροή των απανταχού celebrities και των ακολούθων τους, το κοινό που την επισκέπτεται είναι κάπως πιο «ποιοτικό».
Οι λόγοι για να περάσει κανείς χρόνο στο νησί ποικίλουν και διαφέρουν, όπως και τα ενδιαφέροντα καθενός επισκέπτη ξεχωριστά. Κάποιος μπορεί να αποφασίσει να διανύσει την απόσταση ραφήνα πάρος για να θαυμάσει την Εκατονταπυλιανή γοητευμένος από τον μύθο των 99 θυρών και της μίας κρυφής, που θα αποκαλυφθεί, όταν ανοίξει η αντίστοιχη στην Αγία Σοφία. Αυτός ο περισπούδαστος, καλοδιατηρημένος ναός είναι από τα πιο σημαντικά παλαιοχριστιανικά μνημεία. Άλλος μπορεί να γοητευθεί από τα γραφικά ορεινά χωριουδάκια της με την πανοραμική θέα στο νησί, που στην περίπτωση του χωριού Κώστος το μάτι φτάνει ως και τη Νάξο. Καθένας μπορεί να βρει αυτό, που τον γοητεύει στο τρίτο μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων.
Κι ενώ το κοινό της Πάρου μπορεί να είναι ετερόκλητο, το κοινό της Μυκόνου στη βασική του σύσταση έχει ένα στόχο: Την νυχτερινή διασκέδαση και τον κοσμοπολίτικο αέρα με το στίγμα, που άφησαν μεγάλες προσωπικότητες του καλλιτεχνικού χώρου, που επισκέφθηκαν κατά το παρελθόν το νησί, ή εκάστοτε διασημότητες που επιλέγουν σήμερα το νησί ως αγαπημένο ταξιδιωτικό προορισμό. Σε αυτή την περίπτωση το δρομολόγιο ραφήνα μύκονος είναι μονόδρομος, αφού είναι και σύντομο και κοντά στο αεροδρόμιο του Ελευθέριος Βενιζέλος, όπου καταφθάνει το διεθνές jet set. Βέβαια γεγονός είναι, ότι το νησί έχει πολλά να προσφέρει τόσο σε επίπεδο φυσικής ομορφιάς, τόσο και σε επίπεδο ιστορίας και φυσικά γαστρονομίας, αλλά αδιαμφισβήτητη αλήθεια είναι, ότι η νυχτερινή ζωή του είναι αυτή που μαγνητίζει τους απανταχού επίδοξους επισκέπτες του.
Αν υπάρχει κάτι το οποίο διακρίνει έναν ταξιδιώτη, έναν πολίτη του κόσμου, αυτό είναι η ευρύτητα πνεύματος, το ανοιχτό μυαλό. Οι άνθρωποι, που δεν περιορίζουν με παρωπίδες τα ερεθίσματα του νου, αλλά ψάχνουν στο διαφορετικό, ενίοτε και το αντιφατικό, επιδραστικές εμπειρίες ζωής. Αυτό είναι ένα γνώρισμα, που πιο εύκολα απαντά κανείς σε τουρίστες παρά σε στους Έλληνες. Ίσως δεν το αναγνωρίζουμε εύκολα στους συμπολίτες μας, γιατί δε διαθέτουμε αυτό το γνώρισμα. Έτσι ένας ταξιδιώτης από το εξωτερικό δε θα ήταν καθόλου περίεργο τη μια στιγμή να βρίσκεται σε κάποια από τις κοσμοπολίτικες παραλίες της Μυκόνου και την ίδια στιγμή να αναζητά “Greek Island hopping routes”, να παίρνει το δρομολόγιο της επιλογής του και να ακολουθεί το πνευματικό ταξίδι της διεύρυνσης των οριζόντων του είτε στην Τήνο παραμένοντας στις Κυκλάδες είτε με διαδοχικά δρομολόγια να καταλήξει στη Σύρο και ακόλουθα στην Πάτμο και τα Δωδεκάνησα.
Άλλωστε το island hopping είναι ευρύτατα διαδεδομένο εξαιτίας της πληθώρας των επιλογών που προσφέρει. Από τη μια στιγμή στην άλλη ο ταξιδιώτης μπορεί να βρεθεί σε όποιο νησί επιθυμεί κάνοντας την επιλογή του ανάλογα με το τι θέλει να ζήσει, τι εμπειρίες μπορεί να του προσφέρει κάθε νησί. Ταξίδι χωρίς περιορισμούς, χωρίς ταμπέλες. Παρόλα αυτά επειδή στη νοοτροπία των κατοίκων του εξωτερικού υπάρχει καλύτερα εδραιωμένη η οργάνωση από το να αφήνουν τα πράγματα στην τύχη τους, μια γενική σύσταση, που απαντάται σε διάφορα ταξιδιωτικά fora είναι να γίνονται οι κρατήσεις 4-8 μήνες νωρίτερα! Λογική που δεν ταιριάζει μεν στη μποέμ φιλοσοφία, είναι πρακτική δε, όταν θέλει κάποιος να είναι σίγουρος, ότι θα φτάσει εκεί που πρέπει.
Και για να επανέλθουμε στην μποέμ φιλοσοφία, που ασπάζονται συνήθως ορισμένοι καλλιτέχνες ή απλώς λάτρεις της τέχνης, η Τήνος είναι ένα μέρος, που μπορεί να ζήσει κανείς αυτή την πλευρά της ζωής. Σε 1 μόλις ώρα και 55 λεπτά μπορεί κάποιος να βρεθεί στο νησί με τις δύο όψεις, αρκεί να μπει στο δρομολόγιο ραφήνα τήνος. Μπορεί η αναφορά στις δύο όψεις του νησιού να ξενίζει, παρόλα αυτά Τήνος δε σημαίνει μόνο λαϊκό προσκύνημα τον Δεκαπενταύγουστο και ναός της Παναγίας Ευαγγελίστριας.
Υπάρχει και ο διατηρητέος οικισμός του Πύργου με τη Σχολή Καλών Τεχνών. Η τέχνη εκεί διάχυτη στα μαρμαροσκάλιστα σπίτια, τις αυλές και τις πεζούλες, που φεγγοβολούν αστραφτερά είτε στο δυνατό φως του ήλιο είτε στο απαλό σεληνόφως, χάρη στη στιλπνότητα του περιζήτητου ανά τον κόσμο πάλλευκου Τηνιακού μαρμάρου. Εκεί ο περιηγητής παίρνει τον χρόνο του και περιπλανώμενος στα γραφικά χωριά, που ανέθρεψαν σπουδαίους γλύπτες και επιδέξιους μαρμαροτεχνίτες, ξεκινά το ταξίδι στον χρόνο και δέχεται τα μαθήματα της τέχνης.