Η Ζάκυνθος ζει θριαμβευτικές θεατρικές στιγμές, το φετινό χειμώνα, δεδομένου ότι το φιλοθεάμον κοινό υποδέχτηκε θερμά τα έργα δύο σπουδαίων και πρωτοπόρων Ζακυνθινών δημιουργών, το «Βασιλικό» του Αντωνίου Μάτεσι και τον «Κόκκινο Βράχο» του Γρηγορίου Ξενόπουλου, τα οποία παρουσιάζονται στις σκηνές του Εθνικού Θεάτρου.
Αναμφίβολα, πρόκειται και για μεγάλη πολιτιστική επιτυχία του νησιού μας, ως γενέτειρα και των δύο θεατρικών συγγραφέων, οι οποίοι άφησαν το ανεξίτηλο σημάδι τους στη διαμόρφωση του νεοελληνικού θεάτρου: Ο «Βασιλικός» του Αντωνίου Μάτεσι αποτελεί το πρώτο έργο του νεοελληνικού θεάτρου, γραμμένο στη δημοτική γλώσσα, ενώ ο Γρηγόριος Ξενόπουλος θεωρείται ο αναμορφωτής της νεοελληνικής θεατρικής δημιουργίας.
Στιγμές δόξας, λοιπόν, για τη Ζάκυνθο, σε μια πολύ δύσκολη περίοδο και αντίξοες συνθήκες, που μας κάνουν υπερήφανους, γιατί θυμόμαστε ότι έχουμε ένα παρελθόν, το οποίο πρέπει να μάθουμε να το σεβόμαστε και να το αγαπάμε και όχι να το χρησιμοποιούμε σαν άλλοθι όποτε μας βολεύει.
Για αυτό ακριβώς το λόγο, ίσως, οι υπεύθυνοι των πολιτιστικών του Δήμου ή διάφορων πολιτιστικών φορέων του νησιού μας θα έπρεπε να καλέσουν το Εθνικό Θέατρο να παρουσιάσει και τις δύο παραστάσεις στη Ζάκυνθο, όπως είχε γίνει, το 2000, όταν η Θεατρική Σκηνή Ζακύνθου είχε φιλοξενήσει, στο Πολιτιστικό Κέντρο του Σαρακινάδου, το «Βασιλικό», με πρωταγωνιστή τον αλησμόνητο Κώστα Ρηγόπουλο.
Όσο για το κόστος της μεταφοράς των δύο παραστάσεων του Εθνικού Θεάτρου εδώ, όλο και κάποια λύση θα βρεθεί, γιατί, όπως λέει και ο Κοέλιο: «εάν θέλεις κάτι πολύ, το σύμπαν θα συνωμοτήσει για να το αποκτήσεις»!.
«Κόκκινος Βράχος» το πρώτο sold out της χρονιάς
Το «νόστιμον ήμαρ» του Γρηγορίου Ξενόπουλου στο Εθνικό Θέατρο, με την πολυαγαπημένη νουβέλα του «Κόκκινος Βράχος» είναι το πρώτο sold out της χρονιάς, δεδομένου ότι τα εισιτήρια της παράστασης έως τις 11 Δεκεμβρίου έχουν εξαντληθεί προ καιρού.
Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 14 Οκτωβρίου, στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου «Νίκος Κούρκουλος», σε σκηνοθεσία της Ρούλας Πατεράκη.
Ανάμεσα στους κήπους και στις απόκρημνες παραλίες της ζακυνθινής υπαίθρου, στο σπίτι που βλέπει τον Κόκκινο Βράχο, η νεαρή Φωτεινή Σάντρη θα υποδεχτεί τον πρώτο ξάδελφό της, το γοητευτικό Άγγελο. Όμορφη και αγνή, ενσάρκωση της ίδιας της ζακυνθινής φύσης, μακριά από την επιτήδευση του αστικού τρόπου ζωής και αμάθητη στην πολυπλοκότητα των κοινωνικών κανόνων, η Φωτεινή θα παγιδευτεί στις σκοτεινές ατραπούς του έρωτα. Η αθωότητα και η εφηβική της αφέλεια γίνονται συνεργοί σε ένα μοιραίο παιχνίδι. Κανένας δρόμος δεν απομένει πια ανοιχτός, παρά μόνο αυτός που οδηγεί στον Κόκκινο Βράχο.
Ο μεγάλος ανανεωτής της ελληνικής λογοτεχνίας και εισηγητής του αστικού ρεαλισμού, γράφει το μυθιστόρημα «Κόκκινος βράχος» το 1905, πλάθοντας μια από τις πιο αγαπημένες ηρωίδες του, με φόντο τα χρώματα της ιδιαίτερης πατρίδας του.
Στη συνέχεια, ο ίδιος το διασκευάζει σε θεατρικό έργο με τον τίτλο «Φωτεινή Σάντρη», που παίζεται για πρώτη φορά το 1908, από το θίασο της Κυβέλης.
Αντλώντας υλικό από τις δύο αυτές πηγές αλλά και από την αυτοβιογραφία του ίδιου του συγγραφέα, η Ρούλα Πατεράκη ζωντανεύει τον κόσμο του Ξενόπουλου, φωτίζοντας τις περίπλοκες ψυχικές διαδρομές των ηρώων του.
Στο εγχείρημα αυτό συνεργάζεται με μια πλειάδα γνωστών ερμηνευτών, όπως οι: Θεμιστοκλής Πάνου, Θέμις Μπαζάκα, Γιούλικα Σκαφιδά, Αργύρης Πανταζάρας, Θανάσης Ευθυμιάδης, Ιωάννα Παππά, Αμαλία Τσεκούρα κ.ά.
Γρηγόριος Ξενόπουλος
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 9 Δεκεμβρίου 1867. Ο πατέρας του, Διονύσιος, καταγόταν από τη Ζάκυνθο και η μητέρα του Ευλαλία από την Πόλη.
Ο Γρηγόριος έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στη Ζάκυνθο, μέχρι το 1883, όταν γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για να σπουδάσει Φυσικομαθηματικά.
Τις σπουδές του δεν τις ολοκλήρωσε ποτέ: από το πρώτο ήδη έτος είχε αρχίσει την ενασχόληση με τη λογοτεχνία, η οποία ήταν και η μοναδική πηγή εσόδων του.
Από το 1892 εγκαταστάθηκε μόνιμα, πλέον, στην Αθήνα και το 1894 παντρεύτηκε την Ευφροσύνη Διογενίδη. Το ζευγάρι χώρισε ενάμιση χρόνο μετά, ενώ είχαν, ήδη, αποκτήσει μια κόρη και ο συγγραφέας παντρεύτηκε ξανά το 1901 τη Χριστίνα Κανελλοπούλου, με την οποία απέκτησε άλλες δύο κόρες.
Συνεργάστηκε με πλήθος εφημερίδων και περιοδικών στις οποίες δημοσίευε μελέτες, άρθρα, διηγήματα και μυθιστορήματα.
Το 1894 ανέλαβε τη διεύθυνση της «Εικονογραφημένης Εστίας», το 1896 έγινε αρχισυντάκτης του περιοδικού «Η Διάπλασις των Παίδων», του οποίου ήταν και συνδρομητής κατά τα παιδικά του χρόνια.
Από το 1901 ως το 1912 δημοσίευε στο περιοδικό «Παναθήναια» λογοτεχνικά έργα και μελέτες και από το 1912 άρχισε να συνεργάζεται με την εφημερίδα Έθνος, γράφοντας μυθιστορήματα σε συνέχειες. Το 1927 ίδρυσε το περιοδικό Νέα Εστία, του οποίου ήταν διευθυντής ως το 1934.
Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Γρηγόριος Ξενόπουλος μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου, με την οποία, αφενός μεν, καυτηριαζόταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Πέθανε, στην Αθήνα, στις 14 Ιανουαρίου 1951 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.
Ο «Βασιλικός» είναι εμβληματικό κείμενο της νεοελληνικής δραματουργίας
Η πρεμιέρα του «Βασιλικού» δόθηκε στις 21 Οκτωβρίου, στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, ενώ οι παραστάσεις θα διαρκέσουν έως τις 22 Ιανουαρίου 2012.
Το έργο σκηνοθετεί εμπνευσμένα ο Σπύρος Α. Ευαγγελάτος, ενώ το θίασο πλαισιώνουν γνωστοί ηθοποιοί, όπως οι: Νικήτας Τσακίρογλου, Κατερίνα Χέλμη, Μίνα Αδαμάκη, Πάνος Σκουρολιάκος, Γιωργής Τσαμπουράκης, Γιώργος Βελέντζας Ευδοκία Ρουμελιώτη κ.ά.
Ο «Βασιλικός» παρουσιάστηκε στο Εθνικό Θέατρο, για πρώτη φορά, το 1935, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη, με τους Γιώργο Γληνό, Σαπφώ Αλκαίου και Αλέξη Μινωτή.
Ακολούθησαν τέσσερις ακόμα παραστάσεις: το 1948, πάλι σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη, το 1964 σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, το 1985 σε σκηνοθεσία Κώστα Μπάκα και το 1999 σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου.
Σημείωμα του Σπύρου Ευαγγελάτου
Ο «Βασιλικός» είναι ένα από τα εντελώς κορυφαία κείμενα του νεοελληνικού θεάτρου. Πρόκειται για μια «δραματική κωμωδία», όπου προβάλλονται αγώνες για ιδεολογική ανάπλαση της κοινωνίας, χυμώδη ερωτικά μοτίβα κι ένα εκπληκτικό χιούμορ, που δεν εξαντλείται στις καθαρά κωμικές σκηνές αλλά «υπόγεια» διαβρώνει και χολιάζει την όλη σύνθεση. Και η γλώσσα του διαθέτει συναρπαστική γοητεία. Είναι ένα μοντέρνο» έργο με «παλαιό κοστούμι», που επιδιώξαμε να εμφανίζεται καινούργιας ραφής».
Η συγγραφή του «Βασιλικού» ολοκληρώθηκε το 1830, όταν τα Επτάνησα ήταν υπό βρετανική «προστασία» (στην πραγματικότητα, Αγγλοκρατία). Η υπόθεση του έργου πλέκεται κάπου 120 χρόνια νωρίτερα, επί Βενετοκρατίας. Δηλαδή, για να προσεγγίσουμε το γεγονός με σημερινά δεδομένα, είναι σαν ένα έργο του 2011
να εξελίσσεται το 1900. Απώτερη εποχή, αλλά με μνήμες ζωντανές, σχετικά
πρόσφατες.
Έχω τη γνώμη ότι ο Αντώνιος Μάτεσις τοποθέτησε τη σύλληψή του στη Βενετοκρατία (1712), και μάλιστα όταν ήδη είχε αρχίσει να σβήνει η αίγλη της Βενετίας, για να αποφύγει αντιδράσεις των κοινωνικά ανώτερων τάξεων.
Επί Αγγλοκρατίας, το παλαιό «αρχοντολόι» είχε και πάλι το «πάνω χέρι» στον οικονομικό έλεγχο και στην άσκηση εξουσίας κάθε νησιού. Απέφυγε, λοιπόν, δυσάρεστες «παρεξηγήσεις» κι έτσι είχε την ελευθερία να καυτηριάσει γεγονότα που συνέβαιναν –έστω σποραδικά– και στην εποχή του με το άλλοθι της, πάλαι ποτέ, κακής βενετικής Διοίκησης.
Για να υπογραμμίσουμε αυτές τις απόψεις, δίνουμε την παράσταση με κοστούμια των ετών συγγραφής του έργου και όχι των ετών που υποτίθεται ότι εξελίσσεται.
Η μεταφορά του σε πρόσφατα, πιο «κοντινά» μας, χρόνια πιστεύω ότι θα στερούσε από το κείμενο τη μαγεία του παρελθόντος, που με την απόσταση αποκτά την αίγλη του μύθου, και θα πρόδιδε την τόσο ενδιαφέρουσα γλώσσα που αυτό προβάλλει.
Αντώνιος Μάτεσις
Γνωστός κυρίως για το θεατρικό έργο του ο «Βασιλικός» και για τη φιλία του με το Σπυρίδωνα Τρικούπη και το Διονύσιο Σολωμό, ο Αντώνιος Μάτεσις (η μεταγραφή του ονόματός του δική του) του Δημητρίου και της Βεατρίκης, το γένος Τερτσέτη, γεννήθηκε από εύπορους και αριστοκρατικής καταγωγής γονείς (η οικογένειά του ήταν καταχωρημένη στο libro d’oro) το 1794, στη Ζάκυνθο.
Σπούδασε ιταλική φιλολογία και φιλοσοφία στη Ζάκυνθο με τον Αββά Ρώσση, υπήρξε επίσης μαθητής του Αντωνίου Μαρτελάου, υπό την επίδραση του οποίου εντάχθηκε στον προοδευτικό κοινωνικό χώρο της εποχής του, του Ιταλού λόγιου Palmidessa και του Αν. Καραβία από την Ιθάκη. Συνέχισε μόνος, βελτιώνοντας τις γνώσεις του στα ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά και ιταλικά.
Στη διάρκεια της Επανάστασης, ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρίας. Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος επί της Παιδείας και των Εκκλησιαστικών Ζακύνθου.
Το 1875 εγκατέλειψε τη Ζάκυνθο για οικογενειακούς λόγους και πήγε στη Σύρο, όπου πέθανε ένα χρόνο αργότερα.
Ο «Βασιλικός» γράφτηκε στα 1829 – 1830. Πρόκειται για πεντάπρακτο δράμα, γραμμένο σε πεζό λόγο και απλή γλώσσα, με επιρροές από τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό. Η πρώτη του παράσταση δόθηκε το 1832 στη Ζάκυνθο από θίασο ερασιτεχνών. Παρά τη δραματική του ενάργεια και τον έντονο κοινωνικό προβληματισμό του, το έργο αγνοήθηκε στην εποχή του. Η αξία του για την ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου επισημάνθηκε στον αιώνα μας.
Εκτός από το «Βασιλικό», ο Μάτεσις έγραψε, επίσης, ερωτικά, πατριωτικά και ελεγειακά ποιήματα, καθώς και μεταφράσεις («Οι Τάφοι» του Ugo Foscolo, «Το ελεγείο του Γκραίη», «Χαμένοι παράδεισοι» του Μίλτον, η «Κωμωδία» του Τερέντιου, «Η Πεθερά» και άλλα έργα των Βοκκάκιου, Αλφιέρι, Πετράρχη, Σολωμού [από τα ιταλικά], Σαπφούς, Ευριπίδη, Κικέρωνα, κ.α.).
Το 1824 και πριν από τη δημοσίευση του έργου του Σολωμού «Διάλογος», έγραψε μια Γραμματική της δημοτικής και σκόπευε να δημοσιεύσει μια «Πραγματεία περί Γλώσσης», με αναφορές στη γλώσσα των δημοτικών τραγουδιών, της κρητικής λογοτεχνίας και του Αθανάσιου Χριστόπουλου.